ΙατροίΔιατροφολόγοιΑισθητικοίΝοσηλευτήριαΔιαγνωστικάΧημείαΦαρμακείαΓυμναστήριαΑσφάλειες

Μελέτη καταδεικνύει ότι χρειάζεται περισσότερη προσοχή στις έγκυες με υψηλό σάκχαρο

26 September 2025, 16:00

images

Νέα μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο διαβήτης κύησης μπορεί να έχει μακροχρόνιες συνέπειες στην ανάπτυξη του εγκεφάλου των παιδιών και τη γνωστική λειτουργία των μητέρων. Αυτό σημειώνει σε άρθρο της στο The Conversation, η  Δρ Adaikala Antonysunil, επίκουρη καθηγήτρια Βιοχημείας, στη Σχολή Επιστημών και Τεχνολογίας, στο Πανεπιστήμιο Nottingham Trent αφού συνέκρινε δεδομένα από 48 διαφορετικές έρευνες.

Ο διαβήτης κύησης εμφανίζεται συνήθως στο δεύτερο ή τρίτο τρίμηνο και σε αντίθεση με τον διαβήτη τύπου 1 ή τύπου 2, συνήθως υποχωρεί μετά τη γέννηση του παιδιού. Ωστόσο, οι γυναίκες που τον εμφανίζουν έχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη τύπου 2 αργότερα στη ζωή τους ενώ συχνά γεννούν παιδιά με υψηλό σωματικό βάρος.

Στην τελευταία ανάλυση διαπίστωσαν σημαντικές διαφορές στα παιδιά που εκτέθηκαν σε διαβήτη κύησης της μητέρας τους όταν τα κυοφορούσε. 

Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν τα παρακάτω:

-Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ): +36% πιθανότητα διάγνωσης.

- Αυτισμός: +56% πιθανότητα διάγνωσης.

- Αναπτυξιακές καθυστερήσεις: +45% πιθανότητα.

- Δείκτης νοημοσύνης (IQ): κατά μέσο όρο σχεδόν 4 μονάδες χαμηλότερος, με ιδιαίτερες δυσκολίες σε λεκτικές δεξιότητες και συσσωρευμένη γνώση

Για τις μητέρες, οι διαφορές ήταν πιο διακριτές αλλά μετρήσιμες: σημείωσαν κατά μέσο όρο 2,5 μονάδες χαμηλότερα στο Montreal Cognitive Assessment, ένα ευρέως γνωστό τεστ μνήμης, προσοχής και επίλυσης προβλημάτων,  όπως σημειώνει η Dr. Adaikala Antonysunil.

Οι ερευνητές εντόπισαν, επίσης, βιολογικούς δείκτες που θα μπορούσαν να εξηγήσουν αυτά τα αποτελέσματα. Τα παιδιά που γεννήθηκαν από μητέρες με διαβήτη κύησης εμφάνισαν χαμηλότερα επίπεδα της πρωτεΐνης BDNF (brain-derived neurotrophic factor), η οποία υποστηρίζει την ανάπτυξη και την επιδιόρθωση των εγκεφαλικών κυττάρων και είναι κρίσιμη για τη μνήμη και τη μάθηση.

Οι ερευνητές εξηγούν ότι η υψηλή γλυκόζη κατά την εγκυμοσύνη μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή και οξειδωτικό στρες, να επηρεάσει τη λειτουργία του πλακούντα και τη ροή οξυγόνου και θρεπτικών ουσιών στο αναπτυσσόμενο μωρό και να επηρεάσει την ανάπτυξη των εγκεφαλικών συνδέσεων.

Ένα ακόμη πεδίο έρευνας είναι η επιδιόρθωση μέσω επιγενετικής – χημικές τροποποιήσεις που επηρεάζουν το πώς ενεργοποιούνται ή απενεργοποιούνται τα γονίδια. Η διατροφή κατά την εγκυμοσύνη μπορεί να πυροδοτήσει τέτοιες αλλαγές, με επιπτώσεις στον μεταβολισμό και την εγκεφαλική ανάπτυξη του παιδιού. Οι μελέτες δείχνουν ότι η βιταμίνη B12, η οποία παίζει ρόλο στην επιγενετική και στην επιδιόρθωση του DNA, είναι ιδιαίτερα σημαντική. Χαμηλά επίπεδα B12 έχουν συνδεθεί με αρνητικά αποτελέσματα στην ανάπτυξη του εμβρύου.

Όπως τονίζουν, ο διαβήτης κύησης προκύπτει από ένα πολύπλοκο μείγμα βιολογικών, γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, πολλοί εκ των οποίων είναι πέραν του ατομικού ελέγχου και δεν αφορά πάντα τα πολλά κιλά ή την κακή διατροφή της εγκύου. Η μελέτη δείχνει ωστόσο την ανάγκη για ευρύτερες στρατηγικές δημόσιας υγείας και υποστήριξη πριν, κατά και μετά την εγκυμοσύνη καθώς τα περιστατικά διαβήτη κυήσεως συνεχώς αυξάνονται στο δυτικό κόσμο.


Σχετικά Άρθρα