Η εκπληκτική σύνδεση μεταξύ του εσωτερικού διαλόγου και του καρδιακού ρυθμού
12 Νοεμβρίου 2025, 10:00
Μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Psychophysiology κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το να συζητάμε από μέσα μας με τον ίδιο μας εαυτό μας μπορεί να προκαλέσει αύξηση του καρδιακού ρυθμού. Εδώ και δεκαετίες, οι ψυχολόγοι γνωρίζουν ότι ο εσωτερικός διάλογος που έχουμε με τον εαυτό μας παίζει ρόλο στη ρύθμιση της προσοχής, του κινήτρου και του συναισθήματος. Ωστόσο, η διεξαχθείσα έρευνα σχετικά με το εάν αυτή η εσωτερική φωνή θα μπορούσε να επηρεάσει άμεσα τη φυσιολογία του σώματός μας είναι περιορισμένη.
Τώρα, με επικεφαλής τον Mikkel Wallentin, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Aarhus στη Δανία ξεκίνησαν να διερευνήσουν αυτή τη σύνδεση και το πώς ο εσωτερικός διάλογος που έχει και μία συναισθηματική χροιά θα μπορούσε να επηρεάσει τον καρδιακό ρυθμό σε σύγκριση με τη μη συναισθηματική ομιλία, καθώς και τα αποτελέσματα της θετικής ομιλίας σε σύγκριση με την αρνητική.
Η ερευνητική ομάδα διεξήγαγε 2 πειράματα στα οποία συμμετείχαν συνολικά 90 συμμετέχοντες ηλικίας 18-75 ετών. Κάθε ένας από αυτούς ήταν ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι, φορούσε καρδιοσυχνόμετρο, ενώ του ζητήθηκε να συμμετάσχει σε 1 από τους 3 τύπους εσωτερικού διαλόγου: θετική αυτο-ενθάρρυνση, αρνητική αυτοκριτική ή ουδέτερη καταμέτρηση αριθμών. Ο καρδιακός ρυθμός παρακολουθούνταν συνεχώς και η παρακολούθηση της κίνησης διασφάλιζε ότι τυχόν αλλαγές στον καρδιακό ρυθμό δεν οφείλονταν σε σωματική κίνηση.
Στο 1ο πείραμα, κάθε δοκιμή διήρκεσε τρία λεπτά. Στο δεύτερο, οι ερευνητές μείωσαν και διαφοροποίησαν τη διάρκεια της δοκιμής για να κάνουν το χρόνο λιγότερο προβλέψιμο. Και στις 2 μελέτες, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι η συναισθηματική εσωτερική ομιλία - ανεξάρτητα από το αν ήταν θετική ή αρνητική - είχε ως αποτέλεσμα μια στατιστικά σημαντική αύξηση του καρδιακού ρυθμού σε σύγκριση με την ουδέτερη συνθήκη μέτρησης αριθμών. Ωστόσο, δεν βρέθηκε σημαντική διαφορά μεταξύ των επιδράσεων της θετικής και της αρνητικής εσωτερικής ομιλίας.
Η αύξηση του καρδιακού ρυθμού συνήθως ξεκινούσε περίπου 10 δευτερόλεπτα μετά την έναρξη του εσωτερικού διαλόγου και μειώνονταν σταδιακά με την πάροδο του χρόνου.
Είναι ενδιαφέρον ότι η ερευνητική ομάδα δεν ανακάλυψε καμία σύνδεση μεταξύ αυτών των αλλαγών στον καρδιακό ρυθμό και των βαθμολογιών των συμμετεχόντων σε ερωτηματολόγια κατάθλιψης ή άγχους. Τέλος, οι περισσότεροι συμμετέχοντες ανέφεραν ότι βρήκαν τις αποστολές που τους ανατέθηκαν εύκολες εύκολη στην εκτέλεση.
Ενώ τα ευρήματα είναι εντυπωσιακά, οι ερευνητές προειδοποιούν ότι οι αλλαγές στον καρδιακό ρυθμό δεν ήταν τόσο σημαντικές - λιγότερο από 1 χτύπο ανά λεπτό κατά μέσο όρο - και μπορεί να μην αντικατοπτρίζουν τι συμβαίνει στην καθημερινή ζωή όταν οι άνθρωποι περπατούν, μιλάνε ή αντιμετωπίζουν στρες. Επιπλέον, η μελέτη βασίστηκε αποκλειστικά στην τήρηση οδηγιών από τους συμμετέχοντες σχετικά με το είδος της εσωτερικής ομιλίας που έπρεπε να χρησιμοποιήσουν, χωρίς άμεση επαλήθευση.
