ΙατροίΔιατροφολόγοιΑισθητικοίΝοσηλευτήριαΔιαγνωστικάΧημείαΦαρμακείαΓυμναστήριαΑσφάλειες

Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια: Οι επιπτώσεις είναι δυνητικά σοβαρές

08 Μαρτίου 2024, 16:00

images

Από τις σημαντικότερες επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη, είναι αυτή που εμφανίζεται στα μάτια και μπορεί να επηρεάσει σοβαρά την όραση του ασθενούς. «Σύμφωνα με έρευνες, ένα στα δέκα άτομα στον πλανήτη μας, πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη. Ένας στους 4 ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, θα παρουσιάσει βλάβες στα μάτια, λόγω της υψηλής συγκέντρωσης σακχάρου στον οργανισμό. Από αυτούς, το 50% δεν είναι ενήμερο για το πρόβλημα του, καθώς δεν υποβάλλεται σε τακτικό οφθαλμολογικό έλεγχο», επισημαίνει ο κ. Παντελής Παπαδόπουλος, συντονιστής διευθυντής κλινικής, χειρουργός οφθαλμίατρος.

«Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, αποτελεί μία από τις πιο σοβαρότερες εκδηλώσεις που εμφανίζονται στα μάτια εξαιτίας του σακχαρώδη διαβήτη και διακρίνεται σε δύο τύπους:

Μη παραγωγική αμφιβληστροειδοπάθεια: Αυτή η μορφή μπορεί να εμφανίζεται σε ήπιο, μέτριο ή σοβαρό βαθμό. Σε αυτόν τον τύπο, επηρεάζονται αρχικά τα μικρά αγγεία του αμφιβληστροειδούς. Καθώς η νόσος εξελίσσεται, τα τριχοειδή αποφράσσονται, προκαλώντας ισχαιμία, ενώ τα μεγαλύτερα αγγεία αποκτούν βλάβες στα τοιχώματα τους, προκαλώντας, μικροαιμορραγίες, μικροανευρύσματα και εξιδρώματα, που μπορεί να οδηγήσουν σε μείωση της όρασης λόγω συσσώρευσης υγρών στην περιοχή τη ωχράς κηλίδας. Στην περίπτωση αυτή, έχουμε το διαβητικό οίδημα ωχράς.

Παραγωγική αμφιβληστροειδοπάθεια: Σε αυτό τον τύπο, λόγω της εκτεταμένης ισχαιμίας εμφανίζονται παθολογικά αγγεία, γνωστά και ως νεοαγγεία,. Εάν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα, αυτά τα νεοαγγεία μπορούν να προκαλέσουν απότομη μείωση της όρασης λόγω αιμορραγιών, ελκτικής αποκόλλησης αμφιβληστροειδούς ή ακόμα και αύξησης της ενδοφθάλμιας πίεσης (νεοαγγειακό γλαύκωμα)».

Ποιοι παράγοντες συνδέονται με την εμφάνιση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας;

Η ανάπτυξη διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας συνδέεται με τους εξής παράγοντες:

Διάρκεια του σακχαρώδη διαβήτη.

Μη ικανοποιητική ρύθμιση της υπεργλυκαιμίας (HbA1c > 6,5%).

Υπέρταση.

Κάπνισμα.

Υπερχοληστερολαιμία.

Υπερλιπιδαιμία.

Πρωτεϊνουρία.

Κύηση/εγκυμοσύνη.

Στα πρώιμα στάδια της νόσου, δεν παρατηρούνται συμπτώματα από την όραση. Ακόμα και όταν υπάρχουν σοβαρές αλλαγές στον αμφιβληστροειδή, λόγω μη παραγωγικής αμφιβληστροειδοπάθειας, ο ασθενής μπορεί να μην αντιλαμβάνεται κάποια συμπτώματα που θα τον οδηγήσουν στο γιατρό, επειδή δεν νοιώθει κάποιο πόνο ή δεν επηρεάζεται η όραση του. Τα πρώτα συμπτώματα μείωσης της όρασης θα παρουσιαστούν όταν θα επηρεαστεί ή ωχρά κηλίδα, η κεντρική περιοχή του αμφιβληστροειδούς, εκεί δηλαδή που βρίσκονται οι σημαντικότεροι φωτο-υποδοχείς. Το διαβητικό οίδημα της ωχράς οφείλεται σε συσσώρευση υγρών από τα αγγεία που διαρρέουν. Στην περίπτωση αυτή, η μείωση της όρασης εμφανίζεται προοδευτικά και μέσα σε μεγάλο χρονικό διάστημα. Αν όμως συμβεί κάποια ενδοβολβική αιμορραγία λόγω νεοαγγείωσης, τότε η πτώση της όρασης, θα είναι απότομη. Σε περίπτωση νεοαγγειακού γλαυκώματος, η μείωση της όρασης μπορεί να συνοδεύεται και από πόνο.

Η καλύτερη προστασία κατά της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας, είναι οι τακτικές οφθαλμολογικές εξετάσεις. Σύμφωνα με την Αμερικανική Ακαδημία Οφθαλμολογίας, η προτεινόμενη συχνότητα ελέγχου για ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ορίζεται ως εξής:

Για ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι, κάθε έτος έπειτα από 5 χρόνια από τη διάγνωση.

Για ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ, άμεσα μετά τη διάγνωση και έπειτα από κάθε έτος.

Για εγκύους γυναίκες με σακχαρώδη διαβήτη, ο έλεγχος προτείνεται κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης.

Οι ασθενείς που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη, πρέπει να υποβάλλονται σε ετήσιες εξετάσεις, αν δεν εμφανίζουν σημάδια διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας. Στην περίπτωση που αντιμετωπίζουν διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια ή ξεκινούν θεραπεία με ινσουλίνη, οι εξετάσεις θα πρέπει να διενεργούνται κάθε 4-6 μήνες, ή συχνότερα, σύμφωνα με τις οδηγίες του οφθαλμίατρου.

Σε κάθε διαβητικό ασθενή, αρχικά θα πρέπει να πραγματοποιείται μια πλήρης οφθαλμολογική εξέταση, συμπεριλαμβανομένης της βυθοσκόπησης. Επιπλέον, η εκτέλεση οπτικής τομογραφίας συνοχής (OCT), είναι απαραίτητη για λεπτομερή έλεγχο του βυθού, ιδίως σε άτομα με αρχική ή πιθανή διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια. Παράλληλα, η ψηφιακή φωτογράφηση του βυθού σε τακτά χρονικά διαστήματα, βοηθά τον οφθαλμίατρο να εντοπίζει μικρές διαφορές στην εικόνα του βυθού.

Σε περίπτωση που υπάρχουν αλλοιώσεις που επηρεάζουν την όραση, η κατάσταση των αγγείων του βυθού, θα πρέπει να εξεταστεί και με χρήση φλουοροαγγειογραφίας. Αυτή η εξέταση, πραγματοποιείται μετά από ενδοφλέβια έγχυση χρωστικής και απεικονίζει τα παθολογικά σημεία στα αγγεία και το οίδημα που προκαλείται από αυτά. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτή είναι αναγκαία για τη θεραπεία με laser», σημειώνει ο ειδικός γιατρός.

Σχετικά Άρθρα