ΙατροίΔιατροφολόγοιΑισθητικοίΝοσηλευτήριαΔιαγνωστικάΧημείαΦαρμακείαΓυμναστήριαΑσφάλειες

Πανδημία: Τριπλασιασμός της κατάθλιψης και μεγάλα ποσοστά στρες

21 September 2021, 07:00

images

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, τόσο η ίδια η πανδημία όσο και τα μέτρα που πάρθηκαν πυροδότησαν αισθήματα φόβου, ανησυχίας και άγχους, ως αντιδράσεις σε μια ακραία απειλή προς την κοινότητα και το άτομο. Επιπλέον, οι αλλαγές στην κοινωνική συμπεριφορά καθώς και στις συνθήκες εργασίας και τις καθημερινές συνήθειες, ήταν αναμενόμενο να προκαλέσουν περαιτέρω άγχος, ειδικά με την προοπτική μιας επικείμενης οικονομικής κρίσης και πιθανής ανεργίας. Για τη μελέτη των θεμάτων αυτών αναπτύχθηκε μια συνεργασία για την ψυχική υγεία μεταξύ της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου και της Παγκόσμιας Ψυχιατρικής Εταιρίας. Δύο μεγάλες πολυεθνικές μελέτες ξεκίνησαν, μία για τον γενικό πληθυσμό (COMET-G) και μία για φοιτητές πανεπιστημίου (COMET-S), ενώ μια σειρά μικρότερων μελετών επίσης ολοκληρώθηκε.

Μάς εξηγεί ο καθηγητής Ψυχιατρικής, διευθυντής Cochrane Greece, πρόεδρος Τομέα Ψυχικής Υγείας ΠΙΣ, εκπρόσωπος Νότιας Ευρώπης (Ζώνη 8) στο Δ.Σ. της Παγκόσμιας Ψυχιατρικής Εταιρίας, Εθνικός Εκπρόσωπος της Ελλάδας στον ΠΟΥ, και αντιπρόεδρος Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρείας, Κωνσταντίνος Ν. Φουντουλάκης:

"Η μελέτη του γενικού πληθυσμού συγκέντρωσε δεδομένα από 40 χώρες και περίπου 56.000 άτομα. Τα αποτελέσματα που αφορούν και την Ελλάδα καθώς η χώρα ήταν πολύ κοντά στο μέσο όρο των χωρών, έδειξαν σχεδόν τριπλασιασμό της κλινικής κατάθλιψης και μεγάλα ποσοστά στρες. Μικρή αύξηση εμφάνισαν και οι αυτοκτονικές σκέψεις αλλά τα δεδομένα που υπάρχουν μέχρι αυτή τη στιγμή δείχνουν μείωση τόσο των αποπειρών όσο και των θανάτων από αυτοκτονία, πράγμα που όμως μένει να αποδειχθεί καθώς οι αριθμοί δεν έχουν ακόμα αποτιμηθεί με αξιοπιστία. 

Φαίνεται ότι κυρίως επλήγησαν άτομα με προηγούμενο ιστορικό ψυχικής διαταραχής αλλά και οι νέες καταθλίψεις ήταν πολλές. Η μελέτη φοιτητών διεξήχθη σε 11 χώρες και σχεδόν 15.000 άτομα και έδωσε αντίστοιχα ευρήματα. Και στις δυο μελέτες φάνηκε ότι τα οικογενειακά δυναμικά έπαιξαν σημαντικό ρόλο αλλά αυτός ήταν αρκετά περίπλοκος και μερικές φορές απροσδόκητος. Αυτό οφείλεται πιθανώς στο ότι η οικογένεια αποτελεί μεν παράγοντα στήριξης αλλά επίσης και πηγή ευθυνών και υποχρεώσεων.  Η διεθνής εμπειρία κατέγραψε ότι υπήρχαν πολλά τηλεφωνήματα στις γραμμές βοήθειας για ενδοοικογενειακά συμβάντα, κακοποίηση και συγκρούσεις. Η εκτίμηση είναι ότι όλα αυτά αυξήθηκαν, ωστόσο δεν γνωρίζουμε σε τι έκταση. Δεν είμαστε σε θέση να ζυγίσουμε την ακριβή επίδραση της πανδημίας ή κατά πόσο η πληθώρα των κλήσεων συνδέεται με την ενεργοποίηση περισσότερων γραμμών βοήθειας μέσα στην πανδημία. Είναι σχεδόν σίγουρο όμως ότι πολλές οικογένειες πέρασαν εξαιρετικά δύσκολες στιγμές ειδικά τις περιόδους του εγκλεισμού.

Πολύ ενδιαφέρον ήταν το εύρημα ότι η πίστη σε θεωρίες συνομωσίας, όχι πάντα, φαίνεται να προστάτευε από την εμφάνιση κατάθλιψης και πιθανότατα ο βαθύτερος λόγος που οι θεωρίες αυτές έχουν τόσο μεγάλη διάδοση είναι ακριβώς το ότι προστατεύουν ψυχολογικά από βαθύτερες υπαρξιακές απειλές, ενώ επίσης αποτελούν έκφραση θυμού, και αυτός είναι πιθανόν και ο λόγος της ανθεκτικότητάς τους στη λογική επιχειρηματολογία. 

Φαίνεται ότι η ρήση του Σαρτρ ότι «η παραφροσύνη αποτελεί επιλογή του μυαλού για να αντιμετωπίσει μια ανυπόφορη πραγματικότητα» (και η οποία όσον αφορά την ψυχική νόσο και τη σχιζοφρένεια είναι απολύτως εκτός επιστημονικής πραγματικότητας), εδώ ακριβώς έχει απόλυτη εφαρμογή. Σε αυτό συνηγορεί εκτός από το απροσδόκητα παράλογο της σκέψης των αρνητών (που είναι ενδεχομένως απόλυτα λογικοί στην υπόλοιπη καθημερινότητά τους) και η χαλαρότητα και μη-συστηματικότητα αυτών των θεωριών τις οποίες επικαλούνται οι πιστοί τους συνήθως κατά τρόπο αποσπασματικό και ευκαιριακό.

Το ποσοστό των συνομωσιολογικά προσανατολισμένων πολιτών ήταν απρόσμενα υψηλό παγκοσμίως με σχεδόν τους μισούς πολίτες να δέχονται κάποια θεωρία συνομωσίας σε κάποιο βαθμό και καμιά χώρα δεν ξέφυγε από αυτόν τον κανόνα. Είναι δυστυχώς και δυσάρεστο αλλά και απροσδόκητο το εύρημα των αρκετά υψηλών ποσοστών υιοθέτησης ιατρικών θεωριών συνομωσίας και από επαγγελματίες υγείας και από γιατρούς ειδικά, σε μικρότερο όμως ποσοστό. 

Ωστόσο, συγκεκριμένες κατηγορίες υγειονομικών επαγγελματιών εμφάνισαν χειρότερη εικόνα από το γενικό πληθυσμό! Η έκταση της επιφυλακτικότητας και της δυσπιστίας απέναντι στα εμβόλια γενικά, ήταν μια δυσάρεστη έκπληξη, που εξηγεί τη βραδύτητα της εμβολιαστικής προσπάθειας καθώς η απειλή έπρεπε να βιωθεί ως ισχυρότερη της επιφύλαξης. Τελικά η πανδημία μας οδηγεί να αναρωτηθούμε για την ποιότητα του παγκόσμιου συστήματος ειδικής εκπαίδευσης και γενικής μόρφωσης αλλά και για την αξία των μεθόδων που παγκόσμια χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση των επιστημόνων, με τους βιβλιομετρικούς δείκτες να έχουν δεχτεί το ισχυρότερο πλήγμα.

Τέλος, η πανδημία έθεσε υπό αμφισβήτηση τη δυνατότητά μας να λειτουργήσουμε με κοινωνική αλληλεγγύη και δημοκρατική ευθύνη. Η σχετική αποτυχία των μέτρων (φτάνουμε τελικά να έχουμε τους ίδιους θανάτους με τη Σουηδία) φαίνεται να οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ευθεία άρνηση ενός μεγάλου τμήματος του πληθυσμού (15-30%) να συμμετάσχει στην κοινή προσπάθεια. 

Μια μεγάλη μελέτη μας σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ιωάννινα, Χανιά και Πτολεμαΐδα σε 100.000 περαστικούς έδειξε σωστή χρήση μάσκας μόνο στο 80% όσων περπατούσαν στο δρόμο κατά την περίοδο των αυστηρών μέτρων του Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 2020, με τους άντρες όλων των ηλικιών να έχουν χαμηλότερα ποσοστά. 

Ένα 7%-8% δεν τη φορούσε καθόλου. Αν αυτό το ανεπαρκές ποσοστό μετρήθηκε σε βαδίζοντες στο δρόμο, θα πρέπει να αποδεχθούμε ότι σε οποιαδήποτε άλλη κοινωνική περίσταση (π.χ. μικρές ιδιωτικές επιχειρήσεις, δημόσιες υπηρεσίες) η χρήση μάσκας ήταν χαμηλότερη, και το ίδιο θα πρέπει να υποθέσουμε και για την πραγματική υιοθέτηση των υπόλοιπων μέτρων. Το ότι στις δημοσκοπήσεις τα ποσοστά είναι διαφορετικά (95% χρήση μάσκας) αντανακλά απλά τη διαφορά μεταξύ της υποκειμενικής αυτό-αναφοράς και της αντικειμενικής παρατήρησης.

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, προκύπτει το ερώτημα "τι επιφυλάσσει το μέλλον". Αυτό όμως δε μπορεί να απαντηθεί ακόμα. Η εμπειρία μας από την πρόσφατη δεκαετή οικονομική κρίση έδειξε ότι κάποια φαινόμενα ήρθαν για να μείνουν. Κάποια άλλα θα ξεφουσκώσουν με το που θα ανοίξουν κοινωνία και οικονομία και μαζί τους και οι δίαυλοι εκτόνωσης του άγχους.

Ωστόσο η αντιμετώπιση των προβλημάτων από την ψυχική σφαίρα αποτελεί μια ανάγκη που δεν έχει ικανοποιηθεί έτσι κι αλλιώς. Είναι σαφές φυσικά ότι, τώρα περισσότερο από ποτέ, είναι ανάγκη για τον ταχύτατο εκσυγχρονισμό των μηχανισμών παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας, με διάφανη δικτύωση των υπηρεσιών σε ένα υβριδικό μοντέλο «διαδικτυακής και δια ζώσης» παροχής υπηρεσιών, με κέντρο αναφοράς την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας αλλά με τον κύριο ρόλο στις εξειδικευμένες μονάδες ψυχικής υγείας. Ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα θα είναι κρισιμότερος από ποτέ, καθώς η συντριπτικά μεγάλη μάζα των υπηρεσιών ψυχικής υγείας στη χώρα μας παρέχεται ιδιωτικά".

* To ygeiawatch.com.cy παρακολουθεί από το 2020 τις δύο έρευνες για την κατάσταση στην ψυχική υγεία εν μέσω πανδημίας και ευχαριστεί τον καθηγητή για την ανάλυση των τελικών αποτελεσμάτων.

Μαρία Τσιλιμιγκάκη


Σχετικά Άρθρα