Έβγαλαν «νυστέρια» οι γιατροί για έκθεση κόλαφο για τα ΤΑΕΠ
16 Οκτωβρίου 2025, 07:51

Σε κατηγορηματική απόρριψη των παρατηρήσεων της Ελεγκτικής Υπηρεσίας σε ειδική έκθεση της κόλαφο για το Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας, προβαίνει η Παγκύπρια Συντεχνία Κυβερνητικών Ιατρών (ΠΑΣΥΚΙ).
Συγκεκριμένα σε πολυσέλιδο υπόμνημα που απέστειλε στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ελέγχου, στο πλαίσιο της σημερινής εξέτασης της ειδικής έκθεση, τοποθετείται επί των παρατηρήσεων της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για απώλεια εσόδων και απουσία εφημερευόντων ειδικών ιατρών από τα ΤΑΕΠ, εν ώρα υπηρεσίας.
Επίσης, απορρίπτει διαπιστώσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας ότι ειδικοί ιατροί, οι οποίοι βρίσκονταν σε καθεστώς εφημερίας, στις πλείστες των περιπτώσεων φαίνεται ότι δεν παρουσιάστηκαν στο ΤΑΕΠ, ακόμα και όταν ήταν αναγκαία η εισαγωγή ασθενών, αλλά και πως παρά την απουσία τους, έλαβαν πλήρη επιδόματα από €450 με 850 ευρώ, ανά εφημερία.
Επιπρόσθετα, απαντήσεις δίνει και το ζήτημα του δειγματοληπτικού ελέγχου, όπου ανέδειξε ελλείψεις και παρατυπίες στη συμπλήρωση των εντύπων, με απουσίες υπογραφών, χρονοσήμανσης και κλινικής τεκμηρίωσης, αλλά και μεταξύ άλλων, ότι δεν υποβλήθηκαν στον ΟΑΥ, πέραν των 5.000 απαιτήσεων για εξωνοσοκομειακή περίθαλψη, γεγονός το οποίο οδήγησε σε απώλεια εσόδων σχεδόν €68 χιλιάδων.
Στο γραπτό υπόμνημα θέσεων, το οποίο συνυπογράφουν ο πρόεδρος και η γραμματέας του Δ.Σ. της ΠΑΣΥΚΙ Σωτήρης Κούμας και Ιωάννα Γρηγορίου, τονίζουν ότι στόχος του υπομνήματος τους είναι η αποκατάσταση της ακρίβειας, η τεκμηριωμένη αποτίμηση των ευρημάτων και η ανάδειξη των πραγματικών συστημικών ζητημάτων που αφορούν τη λειτουργία των Δημοσίων Νοσηλευτηρίων, ενώ ευθύνες για ζητήματα επιρρίπτουν στον ΟΚΥπΥ.
Αρχικά η ΠΑΣΥΚΙ αναφέρει ότι η έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας στερείται θεσμικής ισχύος και δεν μπορεί να αποτελέσει μέτρο κρίσης για την επάρκεια ή τη νομιμότητα των παρεχόμενων ιατρικών υπηρεσιών.
Εξηγεί, πως βασίστηκε σε εσωτερικό εγχειρίδιο λειτουργίας του ΟΚΥπΥ για τα Τμήματα Ατυχημάτων και Επειγόντων Περιστατικών (ΤΑΕΠ), το οποίο ουδέποτε εγκρίθηκε από το Επιστημονικό Συμβούλιο του Οργανισμού, και επικυρώθηκε από οποιοδήποτε θεσμικό όργανο με ιατρική αρμοδιότητα, αλλά και δεν συζητήθηκε με τις συντεχνίες.
Μη παρουσία εφημερευόντων ιατρών στο ΤΑΕΠ
Όσον αφορά την παρατήρηση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για μη παρουσία εφημερευόντων ιατρών στο ΤΑΕΠ, τονίζει ότι ο τίτλος και η διατύπωση της παρατήρησης αξιολογούνται εκ μέρους της ΠΑΣΥΚΙ ως παραπλανητικοί, προσβλητικοί και ατεκμηρίωτοι και δυστυχώς αποδεικνύεται η απουσία αντίληψης σε ότι αφορά την λειτουργική πραγματικότητα των ΤΑΕΠ των Δημοσίων Νοσηλευτηρίων.
Υποστηρίζουν ότι τα Τμήματα Ατυχημάτων και Επειγόντων Περιστατικών (ΤΑΕΠ) λειτουργούν ως υψηλής πίεσης δομές πρώτης γραμμής, και πως η «μη τεκμηρίωση» παρουσίας του εφημερεύοντος ιατρού, επειδή υπογράφει το έντυπο εισαγωγής ο ειδικευόμενος και όχι ο ειδικός, δεν συνιστά απουσία, αλλά κανονική ιατρική πρακτική που εφαρμόζεται διεθνώς.
Διευκρινίζουν πως σύμφωνα με τα διεθνή πρωτόκολλα (Royal College of Emergency Medicine – UK; Société Française de Médecine d’Urgence – FR), προβλέπεται ότι η αρχική εκτίμηση δύναται να διενεργείται από εκπαιδευόμενο ιατρό, υπό την άμεση ή έμμεση εποπτεία του ειδικού και με τεκμηριωμένη δυνατότητα τηλεφωνικής ή φυσικής συνδρομής εντός προκαθορισμένου χρόνου (συνήθως 30 λεπτών).
Επισημαίνουν ότι οι ειδικευόμενοι ιατροί είναι πλήρως αδειοδοτημένοι επαγγελματίες υγείας και λειτουργούν υπό την επίβλεψη και ευθύνη του ειδικού ιατρού, ο οποίος είναι σε εφημερία ετοιμότητας (on call).
Η πρακτική αυτή, όπως αναφέρουν, εξασφαλίζει τη βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων, τη διαρκή λειτουργική επάρκεια των νοσηλευτηρίων, ενισχύει την εκπαίδευση των ειδικευόμενων ιατρών, τη συνέχιση των τακτικών υπηρεσιών κατά την επόμενη ημέρα, και τη μείωση του επαγγελματικού burnout που έχει αποδεδειγμένα επιζήμιες επιπτώσεις στην ασφάλεια των ασθενών.
Εφημερίες και ιατρική ευθύνη
Σε σχέση με την παρατήρηση για τις εφημερίες, αναφέρεται ότι η οργάνωση τους και του χρόνου εργασίας των ιατρών των δημόσιων νοσηλευτηρίων διέπεται από νόμο, στη βάση ευρωπαϊκής Οδηγίας.
Επισημαίνεται ακόμα πως βάσει της νομοθεσία η μέση εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 48 ώρες, συμπεριλαμβανομένων των εφημεριών, ενώ προβλέπει τουλάχιστον 11 συνεχόμενες ώρες ανάπαυσης ανά 24ωρο και επιβάλλει ελάχιστη εβδομαδιαία ανάπαυση 24 ωρών, σωρευτικά με τις 11 ώρες ημερήσιας ανάπαυσης.
Σημειώνει επίσης ότι η συμφωνία Υπουργείου Υγείας – ΠΑ.ΣΥ.Κ.Ι. (2019), επικυρωμένη από το Υπουργικό Συμβούλιο έχει ισχύ κανονιστικής διοικητικής πράξης η οποία αναγνωρίζει ρητά τη διαφοροποίηση μεταξύ ενεργού και εφημερίας ετοιμότητας, η οποία προβλέπει αποζημίωση για την περίοδο αναμονής ανεξαρτήτως κλήσης, και απαγορεύει μονομερείς μεταβολές χωρίς συμφωνία των μερών.
Τονίζεται ότι δεν μπορούν να τροποποιηθούν μονομερώς από τον ΟΚΥπΥ ή οποιοδήποτε άλλο διοικητικό όργανο, δεν μπορούν να αναιρεθούν ή παρακαμφθούν μέσω εσωτερικών εγχειριδίων και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί δεν διαθέτουν αρμοδιότητα να προτείνουν ή να επιβάλουν διαφορετικό καθεστώς εφημεριών χωρίς θεσμική διαβούλευση, πολύ περισσότερο όταν επηρεάζονται συνταγματικές, αλλά και νομοθετικές διατάξεις.
Ανυπόστατη παρατήρηση για μη καταβολή επιδόματος
Αναφέρεται περαιτέρω, ότι η διάκριση μεταξύ ενεργού εφημερίας (on duty) και εφημερίας ετοιμότητας (on call) είναι θεμελιώδης και σημειώνει ότι η διεθνής πρακτική επιβεβαιώνει ότι η υποχρεωτική φυσική παρουσία όλων των ειδικών ιατρών επί 24ώρου βάσεως είναι αντιπαραγωγική, αντίθετη στη νομοθεσία και αντιεπιστημονική, καθώς οδηγεί σε υπερκόπωση, μείωση απόδοσης και αυξημένο κίνδυνο ιατρικού σφάλματος.
Προστίθεται δε, ότι η αναφορά σε αποφάσεις Διοικητικού Συμβουλίου περί μη καταβολής επιδόματος σε περιπτώσεις καθυστέρησης ή μη ανταπόκρισης είναι αυθαίρετη και ανυπόστατη, εφόσον παραβιάζει υφιστάμενες συλλογικές συμφωνίες, δεν βασίζεται σε αποδεδειγμένα περιστατικά και αγνοεί τη θεμελιώδη αρχή της ιατρικής ευθύνης και του λειτουργικού αυτοκαθορισμού των εφημερευόντων ιατρών.
Ζητούν ουσιαστικά και κλινικά κριτήρια αξιολόγησης
Αναφορικά με επισήμανση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας περί «ελλείψεων και παρατυπιών» στη συμπλήρωση των εντύπων και στην τεκμηρίωση των ιατρικών πράξεων, η συντεχνία των κυβερνητικών γιατρών τονίζει πως είναι τυπικού χαρακτήρα και στερείται ποσοτικής τεκμηρίωσης.
«Δεν παρατίθενται συγκεκριμένα στοιχεία για το εύρος ή τη βαρύτητα των ελλείψεων, ούτε αποδεικνύεται οποιαδήποτε επίπτωση στην ποιότητα ή στην ασφάλεια της παρεχόμενης φροντίδας», όπως προσθέτει.
Σημειώνει επίσης, ότι σε κάθε σύγχρονο σύστημα υγείας, απόλυτη γραφειοκρατική συμμόρφωση (100%) είναι ανέφικτη και ιδίως στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών, όπου προτεραιότητα αποτελεί η άμεση και ασφαλής αντιμετώπιση του ασθενούς και όχι η τυπική ολοκλήρωση εντύπων ή διαδικαστικών εγγραφών.
«Η έμφαση στην τυπολατρία εις βάρος της ουσίας απομακρύνει το ενδιαφέρον από το πραγματικό ζητούμενο, που είναι η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα της ιατρικής φροντίδας», όπως αναφέρει.
Υπογραμμίζει ακόμα, ότι Ελεγκτική Υπηρεσία οφείλει να υιοθετήσει ουσιαστικά και κλινικά κριτήρια αξιολόγησης, λαμβάνοντας υπόψη το πραγματικό πεδίο άσκησης της ιατρικής στα Δημόσια Νοσηλευτήρια και αποφεύγοντας λογιστικού τύπου προσεγγίσεις που δεν αντανακλούν την πραγματικότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας.
Απώλεια εσόδων μικρότερη του 0,13%
Όσον αφορά την αναφορά της Ελεγκτικής Υπηρεσίας στη μη υποβολή 5.116 απαιτήσεων προς τον ΟΑΥ, συνολικής αξίας €67.681, δηλώνει ότι αφορά αποκλειστικά διοικητική και λογιστική ευθύνη του Οργανισμού Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας και όχι των ιατρών.
Προσθέτει πως οι γιατροί παρέχουν υπηρεσίες στο πλαίσιο του δημοσίου νοσηλευτηρίου, υπό την ομπρέλα του Οργανισμού, ο οποίος αποτελεί μοναδικό πάροχο και υπόχρεο για την υποβολή και την είσπραξη των σχετικών απαιτήσεων.
«Συνεπώς, οποιαδήποτε καθυστέρηση ή απώλεια εσόδων εμπίπτει αποκλειστικά στη σφαίρα ευθύνης της διοίκησης του ΟΚΥπΥ», τονίζει η συντεχνία των γιατρών.
Διευκρινίζει επιπλέον ότι αναλογικά, το ποσό των €67.681 σε σύνολο εσόδων €52,5 εκατομμυρίων αντιστοιχεί σε απώλεια μικρότερη του 0,13%, ποσοστό που βρίσκεται εντός των φυσιολογικών αποκλίσεων λειτουργίας μεγάλων νοσηλευτηρίων διεθνώς. Προσθέτει ότι, τα ευρωπαϊκά πρότυπα (benchmark) για λειτουργικές αποκλίσεις στα δημόσια νοσοκομεία της Ε.Ε. κυμαίνονται κάτω από το 0,5%.
Καταλογίζει αδυναμίες και ευθύνες σε ΟΚΥΠΥ
Υπογραμμίζει αναφορικά με το συγκεκριμένο ζήτημα πως η συσχέτιση της μη υποβολής απαιτήσεων με «κινδύνους για την ασφάλεια των ασθενών» πως είναι αυθαίρετη και εσφαλμένη.
Εξηγεί ότι η διαδικασία των αιτημάτων αποζημίωσης αφορά λογιστική-διοικητική καταγραφή και δεν επηρεάζει ούτε τη διάγνωση, ούτε τη θεραπεία, ούτε την ποιότητα της κλινικής φροντίδας.
«Η εν λόγω παρατήρηση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας αναδεικνύει, στην πραγματικότητα, αδυναμίες του διοικητικού μηχανισμού παρακολούθησης και ελέγχου του ΟΚΥπΥ, ο οποίος φέρει την σχετική ευθύνη», όπως τονίζει.
Προσθέτει ακόμα πως η προσπάθεια ενοχοποίησης των ιατρών για διοικητικές ελλείψεις είναι παραπλανητική και αντιπαραγωγική, καθώς αποπροσανατολίζει από την ουσία του προβλήματος, δηλαδή την ανάγκη ενίσχυσης των διοικητικών δομών του ΟΚΥπΥ. και την αποτελεσματική διαχείριση των εσόδων του Δημοσίου Νοσηλευτηρίου.
Της Ελένης Χαραλάμπους
Tags: νοσηλευτήρια, ΟΑΥ, ΟΚΥπΥ, ΤΑΕΠ